ασελγαίνω

ασελγαίνω
(αόρ. ησέλγησα) см. ασελγώ

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "ασελγαίνω" в других словарях:

  • ἀσελγαίνω — to be pres subj act 1st sg ἀσελγαίνω to be pres ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ασελγαίνω — ἀσελγαίνω (Α) φέρομαι ακόλαστα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ασελγής (πρβλ. υγιής < υγι αίνω)] …   Dictionary of Greek

  • ασελγαίνω — και ασελγώ ησα, κάνω ασέλγεια, ακολασταίνω: Αποπειράθηκε να ασελγήσει σε ανήλικο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἀσελγαίνῃ — ἀσελγαίνω to be pres subj mp 2nd sg ἀσελγαίνω to be pres ind mp 2nd sg ἀσελγαίνω to be pres subj act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἠσελγημένα — ἀσελγαίνω to be perf part mp neut nom/voc/acc pl ἠσελγημένᾱ , ἀσελγαίνω to be perf part mp fem nom/voc/acc dual ἠσελγημένᾱ , ἀσελγαίνω to be perf part mp fem nom/voc sg (doric aeolic) ἀσελγέω perf part mp neut nom/voc/acc pl (attic epic doric… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀσελγαινόντων — ἀσελγαίνω to be pres part act masc/neut gen pl ἀσελγαίνω to be pres imperat act 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀσελγανοῦσιν — ἀσελγαίνω to be fut part act masc/neut dat pl (attic epic doric) ἀσελγαίνω to be fut ind act 3rd pl (attic epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀσελγαῖνον — ἀσελγαίνω to be pres part act masc voc sg ἀσελγαίνω to be pres part act neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀσελγαίνει — ἀσελγαίνω to be pres ind mp 2nd sg ἀσελγαίνω to be pres ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀσελγαίνοντα — ἀσελγαίνω to be pres part act neut nom/voc/acc pl ἀσελγαίνω to be pres part act masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀσελγαίνοντι — ἀσελγαίνω to be pres part act masc/neut dat sg ἀσελγαίνω to be pres ind act 3rd pl (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»